Άξαφνα ανατρόμαξα. Κάτω βαθιά, μέσ’ από το μενεξεδένιο σύγνεφο, είδα να προβαίνη ίσκιος πελώριος. Η χοντρή κορμοστασιά, το πυργογύριστο κεφάλι του φάνταζαν Αγιονόρος. […] Ο ίσκιος πρόβαινε στα νερά με άλματα πύρινα. Κι όσο γρηγορώτερα πρόβαινε, τόσο μίκραινε η κορμοστασιά του. Και άξαφνα ο θεότρομος όγκος χιλιόμορφη κόρη στάθηκε αντίκρυ μου. Διαμαντοστόλιστη κορώνα φορούσε στο κεφάλι και τα πλούσια μαλλιά γαλάζια χήτη άπλωναν στις πλάτες ως κάτω στα κύματα. Το πλατύ μέτωπο, τ’ αμυγδαλωτά μάτια, τα χείλη της τα κοραλλένια, έχυναν γύρα κάποια λάμψη αθανασίας και κάποια περηφάνεια βασιλική. Από τα κρυσταλλένια λαιμοτράχηλα κατέβαινε κ’ έσφιγγε το κορμί ολόχρυσος θώρακας λεπιδωτός και πρόβαλλε στο αριστερό την ασπίδα κ’ έπαιζε στο δεξί τη Μακεδονική σάρισσα. […]
-Ναύτη· καλεναύτη·ζη ο βασιλιάς Αλέξαντρος;
[…]
-Τώρα, Κυρά μου! Απάντησα χωρίς να σκεφτώ. Τώρα βασιλιάς Αλέξαντρος! Ούτε το χώμα του δε βρίσκεται στη γη.
Ωιμέ! Καλό που το ’παθα! Η χιλιόμορφη κόρη έγινε με μιας φοβερό σίχαμα. Κύκλωπας βγήκε από το κύμα κ’ έδειξε λεπιοντυμένο το μισό κορμί. Ζωντανά φίδια τα μεταξόμαλλα σηκώθηκαν περαδώθε, έβγαλαν γλώσσες και κεντριά φαρμακερά κ’ έχυσαν φοβεριστικό ανεμοφύσημα. […]
-Όχι, Κυρά, ψέματα!…τρανοφώναξα με λυμένα γόνατα.
[…]
-Ναύτη· καλεναύτη·ζη ο βασιλιάς Αλέξαντρος;
-Ζη και βασιλεύει· απάντησα ευθύς. Ζη και βασιλεύει και τον κόσμο κυριεύει.»
Άκουσε τα λόγια μου καλά. Σα να χύθηκε αθάνατο νερό η φωνή μου στις φλέβες της, άλλαξε αμέσως το τέρας κ’ έλαμψε παρθένα πάλι χιλιόμορφη. Σήκωσε το κρινάτο χέρι της από την κουπαστή, χαμογέλασε ροδόφυλλα σκορπώντας από τα χείλη της. Και άξαφνα στον ολοπόρφυρον αέρα χύθηκε τραγούδι πολεμικό, λες και εγύριζε τώρα ο Μακεδονικός στρατός από τις χώρες του Γάγγη και του Ευφράτη.
Αντρέας Καρκαβίτσας, "Η Γοργόνα"
Πρίγκηπος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου